Παρέμβαση του εισηγητή της Ν.Δ., Ιωάννη Τραγάκη, στη συζήτηση για την τροποποίηση διατάξεων του Κανονισμού της Βουλής
Παρέμβαση του εισηγητή της Ν.Δ., Ιωάννη Τραγάκη, στη συζήτηση για την τροποποίηση διατάξεων του Κανονισμού της Βουλής
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Δημήτριος Κρεμαστινός):
Εισηγητής από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας είναι ο κ. Τραγάκης.
Παρακαλώ, κύριε Τραγάκη, έχετε τον λόγο.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΡΑΓΑΚΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Βουλή των Ελλήνων είναι ο κορυφαίος αντιπροσωπευτικός θεσμός της δημοκρατίας μας. Η κοινοβουλευτική διαδικασία πρέπει να διασφαλίζει και να διευκολύνει την ανάδειξη και την προβολή της ορθής πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Η λειτουργία της Βουλής δεν αρκεί να είναι θεσμική, νομιμοποιητική και επικυρωτική, πρέπει να είναι και δημιουργική.
Ο Κανονισμός της Βουλής όπως ορίζει το Σύνταγμα, ειδικά ως προς το κοινοβουλευτικό μέρος του, διασφαλίζει την ελεύθερη και δημοκρατική λειτουργία της. Μερικές διαπιστώσεις που μπορούμε να κάνουμε για τον Κανονισμό της Βουλής είναι ότι, συγκρινόμενος με τους κανονισμούς άλλων κοινοβουλίων, μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα λεπτομερής και με υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας ως κείμενο.
Σε παλαιότερη εισήγησή μου σε ό,τι αφορά την αλλαγή του Κανονισμού της Βουλής, εγώ είχα δηλώσει ότι η αλλαγή πρέπει να είναι μία: Να εφαρμόζεται αποκλειστικά και από το Προεδρείο, αλλά και από τους συναδέλφους Βουλευτές, ο Κανονισμός της Βουλής. Αυτό και μόνο το άρθρο θα έφτανε για να ολοκληρωθεί μια διαδικασία αλλαγής του Κανονισμού σε ό,τι αφορά το κοινοβουλευτικό μέρος.
Ο Κανονισμός είναι ένα κείμενο αυστηρό, αλλά και ζωντανό, προσαρμοζόμενο στην καθημερινή χρήση και στην πολιτική πρακτική. Γι’ αυτόν, ακριβώς, τον λόγο -και παρόλο που έχει την ισχύ τυπικού νόμου- φτιάχνεται σε κάθε του αναθεώρηση με το σκεπτικό ότι οι ρυθμίσεις του δεν είναι μόνιμες όπως εκείνες του Συντάγματος, αλλά έχει την ευελιξία και τη δυνατότητα ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες να διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, άλλοτε ως πιο ρευστό κι άλλοτε ως πιο συμπαγή, ως προς την ερμηνεία των διατάξεών του.
Θα αναφερθώ, κατ’ αρχάς, στο Β΄ μέρος του Κανονισμού, που αναφέρεται στον ν.4412, που εξασφαλίζει την αυτονομία της Βουλής. Κακώς, πολλοί από εμάς αναφέρονται σε αυτοτέλεια της Βουλής. Δεν υπάρχει αυτοτέλεια της Βουλής. Υπάρχει αυτονομία της Βουλής. Και όπως πολύ σωστά ο σεβαστός μας καθηγητής, ο κ. Μαυριάς, έχει πει -δεν είναι τώρα εδώ, αλλά το έχει γράψει σε σύγγραμμά του- η Βουλή είναι το καθ’ εαυτό όργανο που παράγει νόμους, άρα έχει κατοχυρωμένη αυτονομία.
Επομένως, για την κατοχύρωση αυτής της αυτονομίας έρχονται ορισμένες διατάξεις οι οποίες εναρμονίζουν τον 4412/2016 περί δημοσίων συμβάσεων και προμηθειών έργων του Δημοσίου, που με λίγα λόγια κατοχυρώνει αυτήν την αυτονομία της Βουλής και δίνει το δικαίωμα στη Βουλή να μπορεί και τα έργα τα οποία ενεργούνται εκ μέρους της Βουλής, αλλά και οι προμήθειες οι οποίες ενεργούνται εκ μέρους της Βουλής, να είναι σε ιδιαίτερο –γιατί πολλοί νομίζουν ότι δεν υπάρχει- ηλεκτρονικό σύστημα και όχι στο σύστημα ΕΣΗΔΗΣ και ΚΗΜΔΗΣ που υπάγεται το υπόλοιπο Δημόσιο. Αυτό εξασφαλίζει την αυτονομία της Βουλής και σε αυτό είμαστε όλοι σύμφωνοι.
Όπως είμαστε σύμφωνοι και για την εξέταση των προδικαστικών προσφυγών, με μία προσθήκη, κύριε Πρόεδρε, την οποία δεν είδα να έχει μπει, την οποία είχα ζητήσει εχθές στην Επιτροπή, δηλαδή το σημείο που λέει «υπάρχει ένα μέλος του επιστημονικού προσωπικού της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής», να αντικατασταθεί από «ένα μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής». Το είχα ζητήσει και νόμιζα ότι είχε γίνει αποδεκτό. Δεν το βλέπω στο τελικό κείμενο.
Όπως, επίσης, είχα ζητήσει να αλλάξει η θητεία για το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, η οποία προβλέπεται να είναι μονοετής, και να γίνει τριετής, όπως η θητεία όλων των άλλων. Να το δούμε και αν είναι δυνατόν, σήμερα κιόλας, να το διορθώσουμε.
Τώρα, για τις τεχνικές προδιαγραφές και την τεχνική επάρκεια, είναι συμπληρωματικά των υπολοίπων και νομίζω ότι αναφέρθηκε η κ. Κοζομπόλη και δεν θα κάνω τον κόπο να αναφερθώ.
Θα αναφερθώ, όμως, αναλυτικά στο άρθρο 6, κύριε Πρόεδρε- όλα τα άλλα τα ψηφίζουμε- διότι συνήθως ο Κανονισμός της Βουλής ψηφίζεται ομόφωνα, αλλά είχα διατηρήσει μια επιφύλαξή σε ό,τι αφορά το άρθρο 6.
Αυτή μου την επιφύλαξή μου την επιβεβαιώνω και σήμερα. Θα ψηφίσουμε «ΠΑΡΩΝ», διότι η διάταξη αυτή, η οποία δίνει μια παράταση μέχρι την αναμονή της απόφασης του αιτήματος της κυρίας Νομικού Συμβούλου του Κράτους που υπάρχει στη Βουλή να πάει σε τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έχω την αίσθηση ότι προσπαθεί να λύσει μάλλον ένα εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα της Βουλής νομικίστικα. Όλοι γνωρίζουμε τι κρύβεται πίσω από αυτήν την παράταση.
Προχθές, κύριε Πρόεδρε, δημοσιεύτηκε μια απόφασή σας -και μάλιστα αυτό θα το καταθέσω στη Βουλή, διότι δημοσιεύτηκε προχθές, στις 10 Ιανουαρίου, και δεν είχαμε γνώση, εγώ σήμερα έλαβα γνώση αυτού- με την οποία παρατείνεται κατά σαράντα ημέρες η κατάθεση των πινάκων σε ό,τι αφορά της προαγωγές των υπαλλήλων της Βουλής. Αυτό σας το καταθέτω στα Πρακτικά.
Για αυτό, λοιπόν, στο άρθρο 6 θα κρατήσουμε αυτήν την επιφύλαξη. Βέβαια, υπάρχει μια δυσκολία απόφασης, διότι υπήρξε πράγματι μια απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου. Υπήρξε μια διαδικασία, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό και η διαδικασία αυτή ακολουθήθηκε. Μετά από κλήρωση βγήκε μια Επιτροπή, η οποία ανέδειξε εκείνους οι οποίοι θα είναι μέλη για να κρίνουν τις προαγωγές των Γενικών Διευθυντών, των Διευθυντών της Βουλής.
Σε αυτό, λοιπόν, κρατάμε μια επιφύλαξη, θα δηλώσουμε «ΠΑΡΩΝ» και θα το παρακολουθούμε βήμα προς βήμα, γιατί υπήρξε και μια ανακοίνωση σήμερα ενός εκ των συνδυασμών της Βουλής, της Ενωτικής Δράσης Εργαζομένων Βουλής, η οποία εμένα τουλάχιστον με άφησε έκπληκτο. Και αυτό το καταθέτω στα Πρακτικά.
Θα μου δοθεί όμως τώρα η ευκαιρία, κύριε Πρόεδρε, να αναφερθώ και στο Α΄ τμήμα του Κανονισμού της Βουλής, που νομίζω πως είναι και το κυριότερο και μας ενδιαφέρει περισσότερο από όλους, διότι ο Κανονισμός της Βουλής πρέπει να βελτιωθεί, πρέπει να εκσυγχρονιστεί, πρέπει να δημιουργηθούν εκείνες οι προϋποθέσεις, ώστε να έχουμε έναν Κανονισμό που να μην έχει αστερίσκους, διότι η τελευταία αναθεώρηση που είχαμε κάνει στον Κανονισμό ήταν πριν από πέντε χρόνια περίπου.
Έχουν διαμορφωθεί καινούργιες συνθήκες. Υπάρχουν δυσεφάρμοστες διατάξεις, πρέπει να γίνει κάποιος εξορθολογισμός σε ορισμένες ρυθμίσεις και πρέπει να δοθεί η δυνατότητα ουσιαστικοποίησης της λειτουργίας της Βουλής που αποτελεί η απεξάρτηση από την κηδεμονία της Κυβέρνησης. Νομίζω ότι το κύριο μέλημά μας θα πρέπει να είναι να έχουμε έναν Κανονισμό που να έχει απεξαρτηθεί από την κηδεμονία της εκάστοτε κυβέρνησης.
Ένας δεύτερος σκοπός και στόχος μας θα πρέπει να είναι η στενότερη διασύνδεση ευθέως ανάμεσα στη μεσολάβηση της Κυβέρνησης με τους ενωσιακούς θεσμούς. Εμείς παίζουμε τον κυρίαρχο ρόλο, γιατί εμείς εδώ νομοθετούμε και εδώ επικυρώνουμε όλες τις συμβάσεις που φέρνουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θεωρούμε, λοιπόν, θετική αυτήν τη γόνιμη διαβούλευση για την προώθηση ενός νέου Κανονισμού της Βουλής που θα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες εξελίξεις και απαιτήσεις.
Θα ήθελα επ’ ευκαιρία, επειδή έχω υποβάλει μια πρόταση εκ μέρους του κόμματός μου, της Νέας Δημοκρατίας, για την αναθεώρηση, επιγραμματικά να αναφέρω κάποια πράγματα για να σας δώσω ορισμένα ερεθίσματα ως σκέψη. Καταρχάς, θα σας μεταφέρω μια προσωπική μου άποψη από τη μακρά εμπειρία μου εδώ στο Κοινοβούλιο σε ό,τι αφορά το θέμα των ασθενειών που περάσαμε, κύριε Πρόεδρε, για την κύηση και την λοχεία, ένα μήνα για τις έγκυες Βουλευτίνες μας.
Έχω την αίσθηση ότι αυτό το μέτρο μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες περιπτώσεις -το ζήτησα και στην Επιτροπή- για αποδεδειγμένη βαρύτατη ασθένεια συναδέλφου Βουλευτή, ο οποίος θα μπορεί με επιστολική ψήφο να ψηφίσει και όταν θα υπάρχει σοβαρότατος λόγος ασθενείας, γιατί θα υπάρξουν και τέτοιες περιπτώσεις.
Δεν θα ξεχάσω την περίπτωση του 1985, τότε με την μυστική ψηφοφορία της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας για τον Σαρτζετάκη, ότι συνάδελφος Βουλευτής ήρθε εδώ διασωληνωμένος για να ψηφίσει.
Παίρνοντας αφορμή αυτό θα σας καταθέσω μια προσωπική μου άποψη σε ό,τι αφορά την εκλογή του Προέδρου της Βουλής.
Όπως ξέρετε, η εκλογή του Προέδρου της Βουλής και του Προεδρείου της Βουλής γίνεται με μυστική ψηφοφορία, όταν η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται με ονομαστική ψηφοφορία, όταν όλοι οι προϋπολογισμοί γίνονται με ονομαστική ψηφοφορία, όταν ακόμα και οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης γίνονται με ονομαστική ψηφοφορία.
Εγώ, λοιπόν, θα πρότεινα –είναι προσωπική μου άποψη αυτή- να γίνεται με ονομαστική ψηφοφορία και όχι με μυστική ψηφοφορία και η εκλογή του Προέδρου και του Προεδρείου της Βουλής.
Κύριε Πρόεδρε, με συγχωρείτε, θα πάρω ένα, δυο λεπτά ακόμα και σας ευχαριστώ πολύ.
Ένα δεύτερο στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ είναι το θέμα της διάρκειας της Επιτροπής Δεοντολογίας. Δημιουργήθηκε ένα θέμα για τη διάρκεια της Επιτροπής Δεοντολογίας, αλλά υπάρχουν και άλλα θέματα, τα οποία πρέπει να επανεξετάσουμε σε ό,τι αφορά την Επιτροπή Δεοντολογίας. Η Επιτροπή Δεοντολογίας πρέπει να δημιουργείται καθ’ όλη την περίοδο και όχι μόνο κάθε Σύνοδο αφενός και αφετέρου να εξετάσουμε την περίπτωση που παρουσιάζεται σε αρκετές περιπτώσεις συναδέλφων Βουλευτών, οι οποίοι είναι μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας και συγχρόνως έχουν υποστεί και τη βάσανο μιας μήνυσης από οποιονδήποτε. Είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο αυτό.
Επίσης, θα ήθελα να προτείνω κάτι για το Προεδρείο ορισμένων επιτροπών. Για παράδειγμα, το Προεδρείο των Επιτροπών Εσωτερικών Θεμάτων, Βιβλιοθήκης και Οικονομικών της Βουλής ήταν πάντοτε διακομματικό. Όσα χρόνια θητεύω στη Βουλή, ήταν πάντοτε διακομματικό. Αυτήν την περίοδο, αλλά και από την προηγούμενη Περίοδο για πρώτη φορά, δηλαδή από τον Ιανουάριο του 2015 δεν είναι διακομματικό αυτό το Προεδρείο, διότι στο Προεδρείο αυτό συμμετέχουν, όπως γνωρίζετε, οι Κοσμήτορες της Βουλής, οι οποίοι είναι απ’ όλα τα κόμματα.
Ένα άλλο το οποίο θα ήθελα να θέσω και είναι ένα πολύ σημαντικό είναι το θέμα της αντισυνταγματικότητας των νόμων. Όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό της Βουλής, η αντισυνταγματικότητα συζητείται στην αρχή της κατ’ αρχήν συζήτησης στη Βουλή, όταν έρχονται τροποποιήσεις, όταν έρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις εκ μέρους της Κυβέρνησης που είναι διπλάσιες ή τριπλάσιες από το ίδιο το νομοσχέδιο κι έχουν σωρεία αντισυνταγματικών ρυθμίσεων μέσα. Άρα, μία σημαντική πρόταση, η οποία πρέπει να περάσει είναι να δίνεται η δυνατότητα να εξεταστεί η αντισυνταγματικότητα και των τροποποιήσεων, αλλά και των νομοτεχνικών βελτιώσεων.
Μια άλλη πρόταση θα κάνω και θα κλείσω, κύριε Πρόεδρε. Θα αναφερθώ στο θέμα των πάρα πολλών υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων που προβλέπονται από τους νόμους. Υπάρχει νόμος που προέβλεπε εξήντα επτά υπουργικές αποφάσεις και εγκυκλίους και δεν έχουν ακόμα εκδοθεί, άρα δεν έχει ισχύ ο νόμος. Αντιλαμβάνεστε τι κενό δημιουργείται.
Η πρότασή είναι η εξής: Συγχρόνως με τον νόμο να κατατίθενται και οι υπουργικές αποφάσεις και οι εγκύκλιοι που προβλέπονται από τον νόμο, ώστε να είναι πλήρης η γνώση όλων μας.
Σε ό,τι αφορά το νομοθετικό, υπάρχουν πάρα πολλές προτάσεις, τις οποίες επιφυλάσσομαι να καταθέσω όταν θα αρχίσουμε να συζητάμε λεπτομερειακά πλέον τον Κανονισμό της Βουλής, όπως επίσης, έχω και πάρα πολλές προτάσεις που μπορώ να καταθέσω σε ό,τι αφορά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, διότι θα πρέπει και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος να βελτιωθεί σε πάρα πολλές περιπτώσεις, αλλά κυρίως στην περίπτωση άρνησης των Υπουργών να παρίστανται στις επίκαιρες ερωτήσεις.
Υπήρξε ημέρα στην οποία προήδρευα και υπήρχαν δώδεκα επίκαιρες ερωτήσεις να συζητηθούν και δεν συζητήθηκε καμμία, λόγω κωλύματος Υπουργών. Το πρόβλημα είναι διαχρονικό, δεν το εντοπίζω τώρα. Η πρότασή μου ήταν και είναι να μπορεί ο ερωτών Βουλευτής να αναπτύξει ακόμα και εν απουσία του Υπουργού επί δίλεπτο την επίκαιρή ερώτησή του. Και θα δείτε μετά απ’ αυτό -το εφήρμοσα εγώ στην πράξη- πόσοι Υπουργοί θα έρχονται και θα απαντούν σε επίκαιρες ερωτήσεις.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσοχή σας. Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε, για την ανοχή του χρόνου που μου δώσατε.